Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Οι Πότες της Στρογγυλής Τραπέζης


Ξυπνάς. Ξυπνάς πάλι ξέροντας όλη τη μέρα σου. Όλο το πρωί θα φύγει σε μια ανάσα. Αδιάφορο. Στον αυτόματο πιλότο, με ψυχαναγκασμούς και μίση. Με την αμηχανία σου και την άνεση να κάνουν τραμπάλα στο άδειο και πονεμένο από τους φραπέδες στομάχι σου. Με τους αστάθμητους παράγοντες που -ας μην κοροιδευόμαστε- δεν υπήρξανε ποτέ τους. 

Έτσι αποκαλείς τις 2 μνήμες και τα 3 γεγονότα που σε μετράνε αντίστροφα. Δεν θες να σκέφτεσαι, δεν θες να γελάς, δεν θες να ξέρεις, δεν θες να κλάψεις. Δεν σταματάς να σκέφτεσαι δεν σταματάς να λες κρυάδες, δεν σταματάς να αναρωτιέσαι -με περιέργεια θανάσιμη, δεν σταματάς να βουρκώνεις. Πονάς και φοβάσαι ότι θα πονέσεις. Σου κόπηκαν τα πόδια καιρό τώρα…

Το απόγευμα θα φύγεις τρέχοντας. 

Υπάρχει εκείνη η αρχαία δύναμη μέσα σου. Η αχόρταγη δίψα του κυκλοφοριακού του στόματός σου για την μεθυστική σφραγίδα του πρώτου ιδρωμένου ποτηριού. Πάντοτε γεμάτο με αίμα. Πάντα γεμάτο με αίμα  χριστιανικόν

"Έτσι ξεκινάει το παιχνίδι Τους." Σκέφτεσαι... Ναι... Έτσι ξεκινάει το κάλεσμά Μας. Έτσι ξεκινάει η υποταγή Σου.  

Ονομαζόμαστε «Σκοτεινή Πλευρά της Σελήνης». Και έχουμε προσκοπικό καθήκον, κάθε μέρα να κάνουμε τουλάχιστον μια… Βασικά, γνωρίζεις πολύ καλά τον σκοπό μας... 

Γνωρίζεις πως ιδρυθήκαμε προ αρχαιωτάτων χρόνων. 

Γνωρίζεις ακόμα πιο πολύ πως δεν είμαστε σοβαροί. 

Αλλά! Σ' αγαπάμε! Ναι σ' αγαπάμε αληθινά και χωρίς συμβόλαια! Είμαστε εκείνο το κομμάτι της ανθρωπότητας που δεν αποκαλύπτει τον εαυτό του στο πρόσωπο της Γης ούτε νύχτα ούτε μέρα. Και είμαστε γεμάτοι τρύπες. (Τρύπες που μας άνοιξαν τα υπόλοιπα ανθρωπάκια που χτυπούν πισώπλατα και που σου κλέβουν την σειρά στην αναμονή. Οι ίδιοι που βιάζονται να προλάβουν την μοίρα τους. Και όλα αυτά χωρίς κανέναν απολύτως λόγο ή σκόπο. Και την τελευταία ιδιότητα να ξές καλά ότι την μοιραζόμαστε και οι μεν και οι δε... Αυτό το "χωρίς σκοπό"..) 

Όπως πολύ καλά έχεις διαπιστώσει, σκοπός μας και καθήκον μας είναι να διαταράσσουμε, τούλαχιστον μια φορά τη μέρα, την κανονικότητα των πραγμάτων. Την δικιά σου του δίπλα σου του από πάνω σου… (Θα το ‘θελες πολύ να έχεις και κάποιον από κάτω σου, κάποιον να του γαμάς την ζωή για να νιώθεις κι εσύ κομμάτι της πίτας, μοιρασιά της μοιρασιάς, με κάποιον τρόπο… έτσι δεν είναι;;; Όχι όμως, δεν αξιώθηκες..) 

Α! Και φυσικά, μας αρέσει να πίνουμε!
  
Και έχεις γίνει κι εσύ ένας από εμάς. Και δεν είναι ανάγκη να θυμάσαι πότε. Εδώ δεν θέλεις να θυμάσαι άλλα και άλλα... Θάβεις καιρό τώρα την μόνη γυναίκα που αγάπησες ουσιαστικά μικρέ μου! Και το ξέρω καλά.. 

Και να σου πω κάτι; Τα δικά μας, άφησέ τα κατά μέρος. Για λίγο… Ξέχνα τα.
 
Το λοιπόν! Έχεις μπει στην Ανδρομέδα… Έτσι ξεκινάει πάντα το στόρυ εξάλλου. Εκεί καταφεύγεις και ξέρεις ότι σε παρακολουθώ στενά.. Κάθεσαι αμήχανα. Βολεύεις τα πράγματα και βγάζεις ένα πακέτο τόσο τετράγωνο που ξέρεις ότι δεν θα διατηρήσει για πολύ την ευπρέπειά του. Ούτε και την στεγνότητα του…

 Υπάρχει λόγος πού όταν μεθάμε χάνουμε μέρος των ικανοτήτων συντονισμού των άκρων μας. Υπάρχει λόγος που πάντα ρίχνεις το μισό κρασί
σου στο τραπέζι.

Πρώτα-πρώτα τα χέρια μας απελευθερώνονται από την σοβαρότητά τους. Λύνονται λίγο πιο πριν από την γλώσσα μας, κρούωντας, διακριτκά, τον κώδωνα της αντίστροφης αφύπνισης. Εκεί είναι που βρίσκουν έδαφος και ξεχύνονται οι θυμικές μας αποχρώσεις. Αναλαμβάνουν αυτές το πιλοτήριο του σώματος. Και αυτές, να ξέρεις, δεν είναι μικρά παιδιά σαν κι εμάς. Ξέρουν. Ξέρουν ότι δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή να σε προδώσουν, άλλη εκτός από την στιγμή που πάς να ρίξεις το χυδαίο κρασί σου στο αυτάρεσκο ποτηράκι σου. Έτσι για αρχή καλωσορίζεις και το σιδερένιο τραπέζι σου στο σιωπηλό μας γλέντι. 

Του δίνεις άδεια εισόδου και παραμονής στην αδερφότητά μας. Όσο θα πίνεις βέβαια, σειρά θα έχουν και το πακέτο σου και το κινητό σου. Δες το σαν μία σπονδή…

Χαμογελάς!.. Με έχεις ξανακούσει προφανώς ή τα χεις σκεφτεί και ο ίδιος! Ναι λοιπόν κύριος… Φαντάσου το σαν μια σπονδή στους θεούς. Μία σπονδή στο πνεύμα του τραπεζιού ή στο κάρμα σου ή στον Σατανά τέλος πάντων. 

Μια σπονδή για να ζήσεις ή να ακούσεις ή να ζήσεις ακούγωντας κάποια καλή ιστορία.

Και πρέπει να το κάνεις... Γιατί; Γιατί, δεν ξέρω αν το κατάλαβες αλλά είσαι ήδη στα δύο κανατάκια! Είσαι πάνω στο πρώτο σου 60λεπτο παραμονής. Έχεις, κατά ένα λίτρο, λιγότερο άδειο στομάχι, την προσοχή σου χαμένη, την τσέπη σου να αποχαιρετάει τα πρώτα σου 8 ευρώ και πάει λέγοντας… Πρέπει να ακούσεις μια καλή ιστορία τώρα γιατί όλην αυτή την ώρα, οι τοίχοι έχουν ποτίσει από τα δικά σου παράπονα... Είτε τα λες είτε όχι...
Έτσι όπως σε πήρε και έγειρες κιόλας, τα κάνεις όλα να ακούγονται, να τα σκέφτεσαι και να προφέρονται όλο και πιο μελό σε σχέση με το πώς σε ξύπνησαν... 

(Χεχε... και τώρα ξύνω πληγές )

...Σε σχέση με το πώς σε ξύπνησαν: ζαλισμένο, σε ξένο κρεβάτι, σε ξένο σπίτι, με ξένα μούτρα να ψάχνουν να σε φτύσουν. Εγκαταλείποντας εντέλει. Εγκαταλείποντας κάθε προσπάθεια. Κάθε μα κάθε προσπάθεια διότι… διότι λείπεις…

 Χέστη!..  

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Περχαψ

-No gjytrewo, retre fedtze!
-Gtrepekei???
-Ae facebook... dre pektg ar?
-Fre Costas egrfee?
-Retzisgkii eialns.
-Amanita Muscaria.
-Ntel narkotikitrii
-Perhaps...

Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

Aller Retour

Ξύπνησε και μετά από μια μέρα ξαναξύπνησε.

Τα πρησμένα μάτια του πρωτοστατούσαν καφεγκρίζα όπως ήτανε και στις δύο μέρες. Στέλναν ηλεκτροχημικά σήματα θωλούρας και παρακμής στην ψυχή του εκεί βαθειά που σε πονεί και που σε σφάζει.
Αφού ασχολήθηκε με τις ασχολίες του έζησε μία και μόνο στιγμή: την απογευματινή ψύχρα στο πάρκο της γειτονιάς του πριν μπει πάλι στον κόσμο της φούντας.

Βυθίστηκε σε βαθειά όνειρα όπου κάποια γκόμενά του ήθελε να τα ξαναφτιάξουν. Κι εκείνος το ήθελε. Γι' αυτό ξύπνησε. Από ντροπή.
Και να σου τον τώρα να αναρωτιέται για όσα δεν έχει το κουράγιο να γελοιοποιήσει. Να αναρωτιέται...

Να αναρωτιέται γιατί η γρίπη των Τελευταίων Καιρών του βούλωσε τα πάντα. Μόλυνε το εσωτερικό του αυτιού του και έκανε φλεγμονή και ξέχασε να Αφουγκράζεται. Βούλωσε τα ιγμόρια τόσο πολύ που δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του και αναγκαζόταν να τα κρατάει τόσο κλειστά που το τρίτο μάτι του αποθαρύνθηκε και απομακρύνθηκε από το παρηκμασμένο πια βασίλειο της εικαστικής <_>. Έκλεισε το λαιμό του για να μην τραγουδάει στο ρυθμό του κόσμου. Aν και πρέπει να πούμε πως ούτε τόσο καλά τα έβγαζε πέρα ακόμα και στον ρυθμό του κόμσου ΤΟΥ.

Τi τον κρατούσε ζωντανό; Για κάποιο λόγο συνέχιζε να μυρίζει... 

Μια συγκεκριμένη κάστα μυρωδιών. Εκείνες που δεν θα τις δεις να κυκλοφορούν ανάμεσά μας και πολύ πλέον. Όχι τουλάχιστον με την δική μας συγκατάθεση. Γιατί που και που έχουν την τάση να ανακατώνονται ακόμα. Εκείνες που είναι εξώριστες από τα Hondos Center. Εκείνες που από το πρώτο μόριο μέχρι το τελευταίο ξυπνάνε όλες τις χριστιανικές μας αναστολές αλλά ποτέ όταν είμαστε μόνοι δεν μπορούμε να τους αντισταθούμε.

Ήταν ένα μεγάλο χρονικό διάστημα που ξυπνούσε και ήταν αλειμμένος με τα ξεραμένα αρώματα του αρχέγονου και ιδρωμένου ΣΕΞ. Της ασύγκριτης μυρωδιάς που αναβλύζουν τα μαλλιά μιας γυναίκας. Της μυρωδιάς του χώματος. Της μυρωδιάς της πρωινής ανάσας. Της μυρωδιάς της καφεϊνης που εξατμίζονταν από τα ούρα του. Της μυρωδιάς της πραγματικά καυτερής πιπεριάς, όταν έχει ευλογήσει το πιο νόστιμο πιάτο που ετοιμάζεσαι να φας. Της μυρωδιάς του ΣΕΞ για κλείσιμο της ημέρας.

Όλα αυτά του θυμίζαν μια ηχώ από μια ζωή που κάποτε ονειρεύτηκε στο ιδανικό της.

Έπειτα το νερό έπεσε από το πρόσωπο του. Σκέφτηκε ότι ήρθε η ώρα να σταματήσει να γκρινιάζει και να πάρει φόρα όπως έκανε άλλωτε και να βουτήξει στον γκρεμό. Έτσι κι αλλιώς ό,τι και να έκανε, ήξερε πάντα πως να διατηρείται aller retour.

Ναι! Αλλά τα ίδια έλεγε και χθες...

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

H ousia tis eirwnias

Η ειρωνία της ουσίας.

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

den blepeis pou den blepeis?

Η Μικρή Ξαδέρφη Του, στροφάριζε καμιά φορά πιο γρήγορα από τον Ίδιο.

Οπότε, έτσι και σήμερα το πρωί, γύρισε με πρωτοφανή απορία και τον ρώτησε.

"Καλά! Εσύ δεν βλέπεις ότι δεν βλέπεις;"


(Ε;!;!

Μισό λεπτό! 

Για μισό λεπτό να ξεκαθαρίσουμε κάτι: 

Η Ξαδέρφη Του ήταν 8 χρονών! Και ΔΕΝ είχε διαβάσει τίποτα λογοτεχνικό εκτός από τις μαλακίες του σχολείου και από ένα βιβλίο που περιγράφει κάτι σαν εναέριο ποδόσφαιρο πάνω σε μαγικά σκουπόξυλα και πώς ένας βετεράνος hooligan της αντίθετης ομάδας για εφτά χρόνια, του κάνει την ζωή δύσκολη ώστε να μην ξαναπαίξει! Κι όμως αυτό το κορίτσι πέταξε κάτι έξυπνο... Προφανώς τέτοια τεχνάσματα του λόγου δεν τα είχε καν ακουστά. Οπότε ήταν η προφανής απορία της και αυτό λέει κάτι. )

Ο Ίδιος, αφού πήγε να πνιγεί με το καλαμάκι (καλά! μεταξύ μας, μιλάμε για παιδί απ' τα λίγα, έτσι; ) μίλησε:

-Τι εννοείς Μικρή;
-Θέλω να πω, την έχεις πατήσει κι άλλες φορές! Έτσι δεν είναι; Θα έπρεπε να ξέρεις πως είναι να την πατάς!
-Εννοείς την αίσθηση;
-Ναι!
-Και δηλαδή τώρα την έχω πατήσει ας πούμε;;
-Ξέρω 'γω; Για σκέψου λίγο!
-Δίκιο θα έχεις... Αλλά τι είναι αυτό που δεν βλέπω;
-Την Πρώην σου ρε Μαλάκα! Σε χαιρετάει τόσες ώρες!

( ΧΑΧΑ! Ασχολίαστο! )

Μισό λεπτό τώρα να σας πω δυο λογάκια για την Πρώην του. Τελείωσε Μαθηματικό αν και η ίδια λέει ότι θα ήθελε να σπουδάσει στην Καλών Τεχνών. Ύψος καλό. Για γυναίκα. Σώμα όμορφο. Αν και όχι σαν αυτά που βλέπουμε στα περιοδικά και όλοι λέμε ότι τα σιχαινόμαστε γιατί μας θυμίζουν χυλόπιτες του Λυκείου (κάτι που δεν είναι ανάγκη να το αναφέρουμε βέβαια). Μαλλιά μαύρα μακριά. Μάτια όμορφα, στόμα απ' τα λίγα. Το μυαλό της δεν έκοβε και πολύ άλλα έπειθε τους πάντες για τ' αντίθετο. Ε! Ο δικός σου όμως... καψούρης! Χώρισαν γιατί ήταν καλό παιδί (έτσι τελειώνουν όλα τα παραμύθια άλλωστε). 

Της έκανε ένα νεύμα και ήρθε προς το μέρος του. Κάτι του είπε που δεν μας νοιάζει. Ούτως ή άλλως ήταν πολύ προσωπικό για να το ανεβάσω στο internet.

Η Ξαδέρφη κοιτούσε αδιάφορα προς την άλλη μεριά.

Ένας σκύλος πλησίαζε παράλληλα με το τραπεζάκι του cafe και μέχρι να φτάσει απέναντί τους, η συζήτηση είχε μπει στο ψητό.

Δύο ζευγάρια μάτια που κάναν τα ανήξερα για την τραγωδία που πέρασαν οι κομιστές τους -αλλά και με την οικειότητα των εραστών παράλληλα, συνόδεψαν άγαρμπα μια άγαρμπα έντεχνη πρόσκληση για prive έξοδο. (Ξες, τα δυο τους! )


  • Το ραντεβού κανονίστηκε. 
  • Και οι δυο αγχώθηκαν. 
  • Συναντήθηκαν. 
  • Πέρασαν πολύ όμορφα και είπαν να το ξανακάνουν. 
  • Χόρεψαν για μέρες γυμνοί πάνω από κρεβάτια, κάτω από τραπέζια μέσα σε σεντόνια, και επένδυσαν τόνους σωματικών εκκρίσεων για την επιτυχία της εβδομάδας τούτης. 
  • Και μετά έζησαν πολύ ερωτευμένοι 
  • ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ! 

Όχι, όχι είπαμε! Καλά ήταν, αλλά δεν κράτησε και πολύ... 

Πάλι όμως,

   δεν είδε ότι δεν έβλεπε 
την Πρώην
να τον χαιρετάει...
    

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!




(Προβληματίζομαι...)

Τρίτη 25 Μαΐου 2010

Πρωινή ανάσα

Κρυφά κρύφτηκε πίσω από το κρασί η Κρυπτίνα και κρυφοκοίταγε. Θωλό βλέμμα, ντροπαλό χαμόγελο, μαύρο καπέλο, ανοιχτόχρωμη αύρα.

Φασαρία.                                                                                                                                    Τσιγάρα.

Κόσμος.                                                                                                               Καταρρέουσες κατάρες.

Χρωματικές κλίμακες κατέβαιναν τα συνηθισμένα γέλια τα οποία (σημειωτέον) σπάγαν υπό την πίεση των υπερφορτωμένων τραπεζιών. Το πάτωμα γλιστρούσε.

Η miss-Μαντήλι, η κολλητή της, πηδιόταν στην τουαλέτα. Έτσι, βρήκε τον χρόνο και άρπαξε το ποτήρι και κατασκόπευε τους θαμώνες. Πορτοκαλο-καφέ διαστρεβλωμένα είδωλα. Ενδιαφέρον το οποίο ζυγίζει μόλις 5 δευτερόλεπτα.

Στρίβει τσιγάρο. Το ανάβει. Το τσιγάρο.

Μπαίνει μέσα ο Αχιλλέας. Κάθεται. Κάθεται στην αρχή. Μετά της κάθεται. Στο στομάχι της. Δεν τον αντέχει. Δεν τον άντεχε βασικά.

Ξύπνησε δίπλα του σήμερα. Πονοκέφαλος. Χαμόγελο.

Γλωσσόφιλο με πρωινή ανάσα

Σάββατο 15 Μαΐου 2010

TTT (Tessera & Trianta Tria)

Δεν είχα τίποτα να πω.
Για τρία φριχτά δευτερόλεπτα είχα παγιδευτεί σε μια ερώτηση-ματ!

Σιωπή βαρυσήμαντη*. Μια αφαιρετική ματιά στο 4'33''. Η αυτοπεποίθησή μου πέταξε αγουέυ:

Βαριά. Σαν δυο καρπούζια σε μια μασχάλη. Σημαντική. Σαν την στραβοτζελωμένη τούφα μαλλιών στο καθρέφτη ενός ολοφώτιστου ασανσέρ. Βαρυσήμαντη και η ερώτηση**.

"...και δηλαδή; Πως στροβιλίζονται οι καπνοί του τσιγάρου;"

"Ε! Κάπως." Κατάφερα και ψέλισα ελαφρώς κοκκινισμένος στα μάγουλα παραδεχόμενος την παλικαρίσια ήττα μου.

Είχα μαλακώσει. Είχα χάσει τα αντανακλαστικά μου. Και για πρώτη φορά εδώ και καιρό μένω άφωνος. Τρία δευτερόλεπτα που μου φάνηκαν σαν αιώνας ώσπου να απαντήσω "κάτι" που μ' έκανε να χάσω τελείως το στυλ μου. Η κυρία Αποπάνω (χαϊδευτικά Νίτσα) χαμογέλασε τώρα συγκαταβατικά. Έμεινα να περιμένω. Είπιε ότι απέμεινε από το ποτό της. (Μπλιαχ με Bliah και ζάχαρη και ροζ. Ένα νοστιμότατο κοκτέιλ εν ολίγοις.) Έγλειψε μια σταγόνα από το κάτω χείλος της. Έβγαλε μια trident.*** Έβαλε μια trident****. Έβαλε liposan. Μετά μου 'κανε τη χάρη και μίλησε:

"Είσαι γλυκούλης τελικά". Και καθώς μου ξεχείλωνε τη μπλούζα τραβώντας με προς το μέρος της μου ξεχείλωσε και το αμήχανο χαμόγελο με ένα πολύ υγρό και ανατριχιαστικό τρόπο (με την καλή την έννοια) καταφέρνοντας έτσι να χώσει μέσα αυτή τη γλώσσα που τόσο θα λάτρευα για τις προσφορές της από εκεί και πέρα.

Με είχε του χεριού της!








*...ακολούθησε.
**...που προηγήθηκε.
***...απ' το κουτί.
****...στο στόμα.